Μια χρονιά με περιορισμούς, αλλά με ξεκάθαρο όραμα για το κρητικό ελαιολάδο - antilalospress.gr
Μοίρες
+19°C

Μια χρονιά με περιορισμούς, αλλά με ξεκάθαρο όραμα για το κρητικό ελαιολάδο

12 Δεκεμβρίου 2025 -

Συνέντευξη του Αλκιβιάδη Καλαμπόκη στην Εύα Νιργιανάκη…

Φέτος, η Κρήτη καταγράφει παραγωγή που κινείται κάτω από τον μέσο όρο — περίπου 200–220 χιλιάδες τόνοι σε εθνικό επίπεδο, με την Κρήτη ειδικά στους 50 χιλ. τόνους, πολύ κάτω από τη δυναμική ενός «κανονικού» έτους στην οποία η περιοχή μπορεί να φτάσει τους 80–120 χιλ. Ωστόσο, σε διεθνές επίπεδο η προσφορά από ανταγωνιστικές παραγωγές (Ισπανία, Τυνησία κ.ά.) διατηρεί πιέσεις στις τιμές, στρέφοντας πλέον το ενδιαφέρον προς την ποιότητα, τη συνέπεια της τυποποίησης και τη δυνατότητα μακροχρόνιων συνεταιριστικών ή συμβολαιακών σχέσεων.

Στον αντίκτυπο αυτών των δεδομένων, το επίκεντρο της αφήγησης της φετινής περιόδου παραμένει η μετάβαση από το χύμα προς το τυποποιημένο κρητικό ελαιόλαδο, με ζήτηση που συνεχίζει να βρίσκεται υψηλή στις αγορές-στόχους της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής — αλλά με επιλεκτικές απαιτήσεις σε ποιότητα, οξύτητα, πιστοποιήσεις και ελεγχόμενες αλυσίδες εφοδιασμού.

Η συνέντευξη που ακολουθεί, φωτίζει τα κρίσιμα στοιχεία αυτού του νέου κύκλου για το κρητικό ελαιόλαδο, εστιάζει σε οκτώ καθοριστικές πτυχές: από την εκτιμώμενη παραγωγή και την κατανομή της προς εξαγωγές, μέχρι τις συνθήκες ζήτησης, τους νέους αγοραστές και τις δυναμικές τιμής. Θα προσφέρουμε μια σαφή εικόνα των προκλήσεων που θέτει η συγκυρία, μαζί με τα σημεία-κλειδιά που θα καθοδηγήσουν τη στρατηγική του κρητικού ελαιολάδου στο άμεσο μέλλον: ποιότητα, ευελιξία στα συμβόλαια, επωνυμία μέσω ΠΓΕ/ΠΟΠ, και τη στροφή προς την τυποποιημένη παραγωγή ως μοχλό αξίας.

  1. Ποσότητες, υπερπροσφορά / έλλειψη & ποσοστό που πάει σε εξαγωγές

Για την τρέχουσα ελαιοκομική περίοδο (2025/26):

  • Σε επίπεδο Ελλάδας, η παραγωγή εκτιμάται στις 200–220 χιλ. τόνους, ελαφρά χαμηλότερη από την περσινή.
  • Για την Κρήτη, οι διεθνείς αγροτικές αναφορές και οι εκτιμήσεις που έχουμε στη διάθεσή μας τοποθετούν την παραγωγή περίπου στους 50 χιλ. τόνους, σαφώς κάτω από μια «κανονική» χρονιά όπου η Κρήτη μπορεί να κινείται μεταξύ 80–120 χιλ. τόνων ή και παραπάνω

 

Άρα, δεν μιλάμε για υπερπροσφορά από την πλευρά της Κρήτης. Αντίθετα, έχουμε μια παραγωγή κάτω του μέσου όρου, σε ένα διεθνές περιβάλλον όμως όπου η προσφορά από άλλες χώρες (Ισπανία, Τυνησία κ.λπ.) είναι αυξημένη, γεγονός που πιέζει τις τιμές.

Παραδοσιακά, περίπου 90% του κρητικού ελαιολάδου φεύγει από το νησί, με μόλις ~10% να καταναλώνεται εντός Κρήτης – από μόνιμους κατοίκους και τουρισμό.
Από αυτό το 90%, ένα μεγάλο κομμάτι κατευθύνεται με χύμα εξαγωγές προς άλλες χώρες (κυρίως Ιταλία), και το υπόλοιπο ως τυποποιημένο προς διεθνείς αγορές.

Για φέτος εκτιμούμε ότι:

  • 85–90% της παραγωγής θα φύγει εκτός Κρήτης (εγχώρια αγορά + εξωτερικό),
  • και περίπου 55–60% της συνολικής παραγωγής θα καταλήξει τελικά σε διεθνείς αγορές, ποσοστό αντίστοιχο με πέρυσι, αλλά σε μικρότερες απόλυτες ποσότητες λόγω της χαμηλότερης παραγωγής.

 

  1. Καιρικές συνθήκες, ποιότητα – ποσότητα & αντίκτυπο στη ζήτηση

Φέτος στην Κρήτη είχαμε:

  • Ξηρασία σε αρκετές περιοχές, με αποτέλεσμα μειωμένη καρποφορία και καρπόπτωση, ιδίως σε ξηρικούς ελαιώνες.
  • Περιόδους υγρασίας και ήπιων θερμοκρασιών, που ευνόησαν δάκο και γλοιοσπόριο σε ορισμένες ζώνες, κάτι που ήδη αναφέρουν παραγωγοί και συνεταιρισμοί σε Χανιά και Ηράκλειο

 

Το αποτέλεσμα είναι ένα μίγμα:

  • Σε περιοχές με σωστή φυτοπροστασία, έχουμε πολύ καλή ποιότητα, υψηλό ποσοστό έξτρα παρθένου και έλαια με ενδιαφέροντα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά.
  • Σε άλλες, η ποιότητα πιέζεται και μέρος του προϊόντος κατεβαίνει κατηγορία (παρθένο αντί έξτρα παρθένο).

 

Στη ζήτηση αυτό μεταφράζεται ως εξής:

  • Για τα ποιοτικά, τυποποιημένα κρητικά ελαιόλαδα η ζήτηση στις αγορές-στόχους παραμένει ισχυρή, ακόμη κι όταν οι ποσότητες είναι μειωμένες.
  • Οι αγοραστές όμως είναι πιο επιλεκτικοί και ζητούν σαφείς προδιαγραφές ποιότητας (οξύτητες, πολυφαινόλες, πιστοποιήσεις), ειδικά όσο αυξάνονται οι ανησυχίες για ποιότητα σε άλλες μεσογειακές χώρες λόγω κλιματικής αλλαγής.

 

  1. Χώρες με τη μεγαλύτερη ζήτηση για κρητικό ελαιόλαδο

Με βάση την ανάλυση του ΣΕΚ για το 2024 και την ειδική «ακτινογραφία» των εξαγωγών ελαιολάδου της Κρήτης:

  • Ιταλία: 1η αγορά, με 129,3 εκ. € αξία κρητικού ελαιολάδου (46,7% του συνόλου).
  • Γερμανία: 2η, με 66,5 εκ. € (24%).
  • Ακολουθούν: ΗΠΑ, Ισπανία, Πολωνία, και μετά Γαλλία, Φινλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστρία, Ολλανδία

 

Σε επίπεδο συνολικών κρητικών εξαγωγών, η Ιταλία και η Γερμανία παραμένουν οι πρώτες δύο αγορές για όλα τα προϊόντα, με την Ιταλία να απορροφά κυρίως χύμα ελαιόλαδο και η Γερμανία σημαντικές ποσότητες τυποποιημένου.

  1. Νέες / αναδυόμενες αγορές για το κρητικό ελαιόλαδο

Από τα στοιχεία των εξαγωγών ελαιολάδου της Κρήτης το 2024:

  • Πολωνία: ισχυρή άνοδος (περίπου +45% σε αξία και +13,6% σε ποσότητα), με μέση τιμή πάνω από 10 €/kg – σαφής ένδειξη για αυξανόμενη ζήτηση τυποποιημένου, ποιοτικού κρητικού ελαιολάδου.
  • Φινλανδία: αύξηση αξίας περίπου +56%, επίσης με μέση τιμή ~10 €/kg.
  • Ηνωμένο Βασίλειο και Αυστρία εμφανίζουν επίσης διψήφιες αυξήσεις στην αξία των εισαγωγών κρητικού ελαιολάδου.

 

Ως ΣΕΚ βλέπουμε ότι η Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη (Πολωνία, Σκανδιναβία, ΗΒ, Αυστρία) αναδύονται πια ως στρατηγικές αγορές για τυποποιημένο κρητικό ελαιόλαδο, με έμφαση στην υγεία, τη Μεσογειακή διατροφή και τα προϊόντα ΠΓΕ/ΠΟΠ.

  1. Φετινές τιμές παραγωγού & εξαγωγής σε σχέση με πέρσι

Στην Κρήτη, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από συνεταιρισμούς και την αγορά:

  • Τιμές παραγωγού για έξτρα παρθένο: περίπου 4,8–5,0 €/kg στην εκκίνηση της φετινής συγκομιδής
  • Πέρσι, μετά το «τρελό» ράλι των ετών 2022–23, οι τιμές είχαν διαμορφωθεί σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα, ξεπερνώντας και τα 6–7 €/kg σε κάποιες στιγμές της αγοράς

 

Άρα, φέτος βλέπουμε αποκλιμάκωση, χωρίς όμως να έχουμε επιστρέψει στις «παλιές» τιμές προ κρίσης (κάτω από 3 €/kg). Οι τιμές παραμένουν ιστορικά σχετικά υψηλές, αλλά:

  • το κόστος παραγωγής (εργατικά, ενέργεια, εφόδια) έχει αυξηθεί,
  • ενώ σε διεθνές επίπεδο, η αφθονία ισπανικού και τυνησιακού ελαιολάδου με χαμηλότερο κόστος πιέζει τα περιθώρια κέρδους.

 

Στις εξαγωγές:

  • Η μέση τιμή του χύμα ελαιολάδου προς την Ιταλία εκτιμάται γύρω στα 6,9 €/kg,
  • ενώ προς χώρες όπως Γερμανία, ΗΠΑ, Πολωνία κ.λπ., όπου εξάγουμε κυρίως τυποποιημένο, οι μέσες τιμές είναι σημαντικά υψηλότερες (10+ €/kg).

 

Αυτό αναδεικνύει και το βασικό μας στρατηγικό δίλημμα: όγκος & ρευστότητα μέσω χύμαvsυψηλότερη προστιθέμενη αξία μέσω τυποποιημένου.

  1. Επιρροή διεθνών τιμών στις προσφορές & συμβόλαια της Κρήτης

Οι διεθνείς τιμές φέτος καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από:

  • την πολύ αυξημένη παραγωγή της Ισπανίας (περίπου 1,4 εκατ. τόνοι το 2024/25, +66% σε σχέση με πέρσι),
  • και τα υψηλά επίπεδα παραγωγής & εξαγωγών της Τυνησίας (450–500 χιλ. τόνους) με χαμηλές τιμές.

 

Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα:

  • οι ξένοι αγοραστές να ζητούν μειωμένες τιμές και μικρότερες διάρκειες συμβολαίων (spot ή βραχυπρόθεσμα),
  • να γίνεται συχνά σύγκριση / indexing των προσφορών μας πάνω σε ισπανικά benchmarks,
  • να είναι δύσκολο για τους Κρητικούς εξαγωγείς να «κλειδώσουν» μακροχρόνια συμβόλαια σε τιμές που να ικανοποιούν και παραγωγό και τυποποιητή.

 

Ως ΣΕΚ, αυτό που βλέπουμε είναι μια αγορά όπου η τιμή παίζει πια σε πολύ «λεπτές ισορροπίες» και κερδίζει όποιος:

  1. Μπορεί να εξασφαλίσει σταθερή ποιότητα
  2. Έχει ευελιξία στα συμβόλαια (μικρές / τμηματικές ποσότητες, ρήτρες προσαρμογής)
  3. Στηρίζεται περισσότερο σε τυποποιημένο επώνυμο προϊόν και λιγότερο στο χύμα.

 

  1. Επίδραση της παραγωγής Ισπανίας, Ιταλίας, Τυνησίας στην ανταγωνιστικότητα του κρητικού ελαιολάδου

Ισπανία

  • Παραγωγή ~1,4 εκατ. τόνοι το 2024/25, με εξαγωγές περίπου 1,0 εκατ. τόνους και σταθερές μηνιαίες εξαγωγές ~110 χιλ. τόνους.
  • Τιμές παραγωγού για έξτρα παρθένο γύρω στα 4,1 €/kg, χαμηλότερα από τις ελληνικές.

 

Τυνησία

  • Ισχυρή παραγωγή 400–500 χιλ. τόνοι, με πολύ ανταγωνιστικές τιμές, αλλά και καταγγελίες για αδιαφάνεια και υποτιμολογήσεις στις εξαγωγές.

 

Ιταλία

  • Αν και παραδοσιακά ελλειμματική σε όγκο, φέτος ανακάμπτει προς τους 300 χιλ. τόνους (+30%) και συνεχίζει να λειτουργεί ως «μαγνήτης» για χύμα κρητικό ελαιόλαδο, το οποίο χρησιμοποιεί για blends υψηλότερης προστιθέμενης αξίας

 

Για την Κρήτη αυτό σημαίνει:

  • Σε επίπεδο τιμών βρισκόμαστε ανάμεσα σε Ισπανία/Τυνησία και Ιταλία – δεν μπορούμε να χτυπήσουμε τις χαμηλές τιμές των πρώτων, άρα η μάχη δίνεται στην ποιότητα και στο brand.
  • Σε επίπεδο ποιότητας & φήμης, το κρητικό ελαιόλαδο έχει πλεονέκτημα, ειδικά σε σχέση με μαζικές, χαμηλότερης τιμής προελεύσεις, κάτι που μας βοηθά να κρατήσουμε θέσεις στο premium ράφι.

 

  1. Η θέση του κρητικού ελαιολάδου ως brand φέτος

Μερικά βασικά δεδομένα:

  • Το ελαιόλαδο αντιπροσωπεύει περίπου 276,9 εκ. € εξαγωγών το 2024, δηλαδή 38,9% του συνόλου των κρητικών εξαγωγών και 66,6% των εξαγωγών Τροφίμων & Ποτών.
  • Η ΕΕ έχει πλέον αναγνωρίσει το «ΚΡΗΤΗ/KRITI» ως ΠΓΕ, ενισχύοντας θεσμικά τη διαφοροποίηση και την αξία του κρητικού ελαιολάδου ως ενιαίου brand.
  • Την ίδια στιγμή, σημαντικό μέρος του όγκου εξακολουθεί να φεύγει χύμα προς Ιταλία, με πολύ χαμηλότερη μέση τιμή από αυτή των τυποποιημένων εξαγωγών προς Γερμανία / βόρεια Ευρώπη / ΗΠΑ

 

«Το κρητικό ελαιόλαδο έχει πλέον κατακτήσει μια σαφή, αναγνωρίσιμη θέση στο διεθνές ράφι, ειδικά στη βόρεια Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, όπου τα κρητικά brands συνδέονται με υγεία, ποιότητα και Μεσογειακή διατροφή.
Το στοίχημα της επόμενης περιόδου είναι να μεταφέρουμε μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής από το χύμα στο τυποποιημένο και να αξιοποιήσουμε το ΠΓΕ “ΚΡΗΤΗ/KRITI” για να ανεβάσουμε συνολικά την αξία του προϊόντος μας.»

  1. Εκτιμήσεις για την πορεία των εξαγωγών τους επόμενους μήνες

Με τα δεδομένα που έχουμε σήμερα:

  • Η παραγωγή της Κρήτης είναι περιορισμένη, άρα δεν αναμένουμε έκρηξη όγκου.
  • Η διεθνής αγορά μπαίνει σε φάση σταθεροποίησης μετά τις ακραίες ανατιμήσεις των προηγούμενων ετών, με τιμές όμως να παραμένουν σχετικά υψηλές για τον καταναλωτή.
  • Οι ισπανικές και τυνησιακές ποσότητες θα δώσουν τον τόνο στις τιμές, όμως τυχόν προβλήματα ποιότητας εκεί μπορούν να ευνοήσουν τις κρητικές εξαγωγές σε premium κατηγορίες

 

Ως ΣΕΚ, ρεαλιστικά μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι:

  1. Σε όγκο, οι εξαγωγές ελαιολάδου από την Κρήτη τους επόμενους 6–9 μήνες θα κινούνται κοντά στα περσινά επίπεδα ή ελαφρώς χαμηλότερα, λόγω μικρότερης συγκομιδής.
  2. Σε αξία, εφόσον διατηρηθούν οι τιμές γύρω στα 4,5–5 €/kg στον παραγωγό και ανάλογα επίπεδα στις εξαγωγές, προβλέπεται μια πιο «ομαλή» χρονιά από το εξαιρετικά «φουσκωμένο» 2023, με περιθώριο βελτίωσης χάρη στο ΠΓΕ και στην ενίσχυση των τυποποιημένων brands.
  3. Οι αναδυόμενες αγορές (Πολωνία, Φινλανδία, ΗΒ, Αυστρία κ.ά.) αναμένεται να είναι ο βασικός μοχλός όποιας αύξησης αξίας δούμε στο τυποποιημένο κρητικό ελαιόλαδο.