Κίνα: Ανοίγουν ξανά οι στρόφιγγες της ρευστότητας για τις επιχειρήσεις
Η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι «ανοίγει ένα φάκελο ρευστότητας 500 δισ. γουάν» (64,5 δισεκατομμύρια ευρώ), από τον οποίο οι εταιρείες μπορούν να αντλήσουν κεφάλαια προκειμένου να αγοράσουν μετοχές και άλλα περιουσιακά στοιχεία.
Πρόκειται για το πρώτο από τα μέτρα αναζωογόνησης της οικονομίας που είχε προαναγγείλει στα τέλη Σεπτεμβρίου ο διοικητής της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας Παν Γκονγκσένγκ, το οποίο όμως, δεν φάνηκε γίνεται δεκτό με καθολικό ενθουσιασμό από τις αγορές.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Κεντρικής Τράπεζας, η πρωτοβουλία έγκειται στην εφαρμογή ενός προγράμματος ανταλλαγής χρεογράφων (swap) που θα επιτρέψει σε «εξουσιοδοτημένες επιχειρήσεις» να ανταλλάσσουν εταιρικά ομόλογα, ETF (καλάθια περιουσιακών στοιχείων που έχουν σχεδιαστεί για την παρακολούθηση ενός συγκεκριμένου χρηματιστηριακού δείκτη) ή ακόμη και μετοχές που περιλαμβάνονται στους δείκτες CSI 300 των χρηματιστηρίων της Σαγκάης και του Σέντσεν, με «υψηλής ποιότητας ρευστά περιουσιακά στοιχεία», όπως ομόλογα του δημοσίου ή βραχυπρόθεσμα ομόλογα που εκδίδονται από την κεντρική τράπεζα, ανέφερε η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας.
Η Τράπεζα διευκρινίζει ότι «η κλίμακα της πρώτης φάσης της επιχείρησης, που ξεκινά την Πέμπτη 10 Οκτωβρίου, αφορά 500 δισ. γουάν και μπορεί να επεκταθεί ανάλογα με τις εξελίξεις».
Ακίνητα, κατανάλωση, νέοι
«Η πρωτοβουλία μας θα βελτιώσει σημαντικά την ικανότητα των εταιρειών να έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια για την αγορά μετοχών», τόνισε ο κινέζος κεντρικός τραπεζίτης. Διεθνή μέσα ενημέρωσης σημειώνουν ότι οι εισηγμένες εταιρείες και οι ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν το μισό τρισ. γουάν για να αγοράσουν μετοχές, με στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων και συνεπώς την αναζωογόνηση της οικονομίας.
Ως γνωστόν η δεύτερη, μετά την αμερικανική, σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη δυσκολεύεται να ανακτήσει τους προ της πανδημίας ρυθμούς ανάπτυξής της εξαιτίας της ιδιαίτερα αυστηρής περιοριστικής πολιτικής που είχε εφαρμόσει η κυβέρνηση του Πεκίνου προκειμένου να καταπολεμήσει την Covid-19.
Από τα τέλη του 2022, που ουσιαστικά ήρθησαν τα περιοριστικά μέτρα, η κινεζική οικονομία μοιάζει βαλτωμένη καθώς πασχίζει να αντιμετωπίσει πολλαπλά προβλήματα, όπως είναι η παρατεταμένη κρίση χρέους στον κλάδο των ακινήτων, η πτώση της ιδιωτικής κατανάλωσης που επίσης χρονίζει και η υψηλή ανεργία των νέων.
Καμπανάκι συναγερμού
Το δεύτερο τρίμηνο του 2024 η ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας φρενάρισε στο 4,7% σε ετήσια βάση από 5% που ήταν το πρώτο τρίμηνο. Ο στόχος για αύξηση του ΑΕΠ κατά 5% στα τέλη του έτους, που έχει θέσει η κινεζική κυβέρνηση, μοιάζει να απομακρύνεται όλο και περισσότερο και μόλις προ ολίγων ημερών η Παγκόσμια Τράπεζα προέβλεψε για την Κίνα ανάπτυξη 4,8% την εφετινή χρονιά και υποχώρηση του ρυθμού στο 4,3% το 2025.
Η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας στην Κίνα έχει επηρεάσει ακόμα και τις αγορές πετρελαίου, λειτουργώντας ως αντίβαρο στις ανατιμητικές τάσεις που δημιουργεί η κλιμάκωση των εχθροπραξιών και η απειλή ενός γενικευμένου πολέμου στη Μέση Ανατολή.
Το καμπανάκι του συναγερμού έχει χτυπήσει στο Πεκίνο. Ξένοι αναλυτές χαρακτηρίζουν «πρωτοφανούς εκτάσεως» τα μέτρα που ξεκίνησε να εφαρμόζει η κινεζική κυβέρνηση για να επιταχύνει την ανάπτυξη. Η Κεντρική Τράπεζα, εξάλλου, έχει προχωρήσει σε σημαντικές μειώσεις του ετήσιου επιτοκίου δανειοδότησης των χρηματοπιστωτικών οργανισμών της χώρας, ενώ έλαβε και μέτρα διευκόλυνσης των χορηγήσεων στεγαστικών δανείων αφενός διευκολύνοντας τις εμπορικές τράπεζες να μειώσουν τα επιτόκια χορηγήσεων και αφετέρου αυξάνοντας το ποσοστό της αξίας του ακινήτου που μπορεί να δανειστεί ο αγοραστής.
Επίσης αρκετές κινεζικές πόλεις στις οποίες υπάρχει μεγάλο στεγαστικό πρόβλημα (μεταξύ αυτών το Πεκίνο, η Σαγκάη, η Καντώνα και το Σέντσεν) έχουν άρει ορισμένους περιορισμούς διοικητικής φύσεως που εφάρμοζαν σε τοπικό επίπεδο και θεωρούνταν εμπόδιο για την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων.
Συγκρατημένη αισιοδοξία
Ένας κινέζος αναλυτής περιέγραψε τα μέτρα ως «ανάκτηση του μπαζούκα» από την κινεζική κυβέρνηση και την Κεντρική Τράπεζα. Η αλήθεια είναι ότι από τα τέλη Σεπτεμβρίου, που προαναγγέλθηκαν οι παρεμβάσεις για την ανάπτυξη, οι δείκτες των Χρηματιστηρίων του Χονγκ Κονγκ και της ηπειρωτικής Κίνας ενισχύθηκαν υψηλότερα κατά περισσότερο από 20%.
Πολλοί επενδυτές, ωστόσο, τόσο στην ηπειρωτική χώρα όσο και στο Χονγκ Κονγκ απογοητεύθηκαν από τη συνέντευξη τύπου που έδωσε την Τρίτη ο Ζενγκ Σανγιέ, ο επιδραστικός πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για την Ανάπτυξη και τις Μεταρρυθμίσεις. Δύο ημέρες προτού ανακοινωθεί το πρώτο πακέτο του μισού τρισ. γουάν, ο Ζενγκ είχε περιοριστεί να πει ότι έχει την «απόλυτη πεποίθηση» στο ότι η Κίνα θα πετύχει τον επίσημο στόχο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 5% στα τέλη του τρέχοντος έτους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τις «γενικούρες» του Ζενγκ οι κινεζικές μετοχές βγήκαν στο σφυρί με αποτέλεσμα ιδιαίτερα στη Σανγκάη ο γενικός δείκτης να κάνει μια θεαματική βουτιά άνω του 6%, καταγράφοντας τις μεγαλύτερες ημερήσιες απώλειες των τελευταίων τεσσάρων και πλέον ετών. Οικονομικοί αναλυτές δικαιολόγησαν την πτώση υποστηρίζοντας ότι θα χρειαστεί περισσότερη και αμεσότερη κρατική στήριξη για την τόνωση της κατανάλωσης και την επίτευξη του στόχου ανάπτυξης.
Όταν άναψε πάντως η Κεντρική Τράπεζα το πράσινο φως για την εκταμίευση των 500 δισ. γουάν, η εικόνα στις κινεζικές αγορές άρχισε να αλλάζει και πάλι προς το καλύτερο. Στις πρώτες συναλλαγές της Πέμπτης ο δείκτης Hang Seng της αγοράς του Χονγκ Κονγκ έκανε ένα άλμα 3,86%, ενώ και ο γενικός δείκτης το Χρηματιστήριο της Σαγκάης ενισχυόταν κατά 0,36%. Στο Σέντζεν το επενδυτικό κλίμα παρέμενε αρνητικό και ο γενικός δείκτης άνοιξε με περαιτέρω απώλειες 1,82%.
Η προσοχή όλων στρέφεται πλέον στις δηλώσεις που θα κάνει ο υπουργός Οικονομικών της Κίνας Λαν Φοάν κατά τη διάρκεια ενημερωτικής συνάντησης με εκπροσώπους του τύπου που έχει προγραμματιστεί για το Σάββατο στο Πεκίνο. Σύμφωνα με την επίσημη κυβερνητική ανακοίνωση, ο Λαν θα παρουσιάσει μια «αντικυκλική προσαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής προκειμένου να προωθηθεί η ποιοτική οικονομική ανάπτυξη».
Πηγή: ΟΤ
Πηγή in.gr