Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε συμπληγαδες – Πώς θα επιβιώσει από την εμπορική σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας
Έκκληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση να μην εγκαταλείψει τον ρυθμιστικό της ρόλο, ιδίως στους τομείς των νέων τεχνολογιών, απευθύνει το Κέντρο Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής (Center for European Policy Studies – CEPS), μία από τις πλέον επιδραστικές «δεξαμενές σκέψης» (think tanks) των Βρυξελλών.
Αν και θεωρητικά ανεξάρτητο, το CEPS αντλεί σημαντικό μέρος της χρηματοδότησής του από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ. Τα στελέχη του είναι «σάρκα εκ της σαρκός» του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, με πλέον χαρακτηριστική περίπτωση τον Γερμανό οικονομολόγο Ντάνιελ Γκρος, πρώην σύμβουλο της Κομισιόν και ενός εκ των αρχιτεκτόνων του Ευρώ.

Οι ψευδαισθήσεις της ΕΕ κατέρρευσαν, υποστηρίζει ο Ντράγκι
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θεατής ή ρυθμιστής;
Η τελευταία δημόσια παρέμβαση του CEPS για την ευρωπαϊκή πολιτική, εστιάζει στην εμπορική σύγκρουση ΗΠΑ και Κίνας, και στο πώς πρέπει να αντιδράσει η ΕΕ για να μη βρεθεί παραγκωνισμένη.
Στον αντίποδα των απαισιόδοξων δηλώσεων του Μάριο Ντράγκι, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πλέον θεατής στις παγκόσμιες εξελίξεις, τα στελέχη του think tank εναποθέτουν τις ελπίδες τους στη δύναμη της ΕΕ να λειτουργεί ως ντε φάκτο ρυθμιστής των διεθνών αγορών. Επιμένουν ότι η λύση για να γίνει η ευρωπαϊκή οικονομία περισσότερο ανταγωνιστική, δεν είναι να χαλαρώσει τα κανονιστικά της πρότυπα, π.χ. στην τεχνολογία, την πράσινη ενέργεια, τον έλεγχο των μονοπωλίων, αλλά να επιμείνει σε αυτά.
CEPS κατά Ντράγκι
Ο Μάριο Ντράγκι πρόσφατα έσπευσε να βαφτίσει το 2025 ως «το έτος που κατέρρευσαν οι ψευδαισθήσεις» περί ισχυρής Ευρώπης.
Η ΕΕ δεν μπορεί πλέον να πιστεύει ότι το οικονομικό της εκτόπισμα τής εξασφαλίζει παγκόσμια γεωπολιτική δύναμη και επιρροή, είπε ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ. Η πάγια συμβουλή του Ντράγκι προς την ΕΕ είναι να «απελευθερωθεί» από το υπερβολικό βάρος των κανονιστικών ρυθμίσεων, ιδίως για τις νέες τεχνολογίες. Υποστηρίζει ότι οι ρυθμίσεις μετά από λίγο καθίστανται παρωχημένες και αντιπαραγωγικές και ότι οι αυστηροί κανονισμοί την καθιστούν σταδιακά ουραγό σε μια κούρσα ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Η διεθνολόγος Τσερέν Εργκέν, στέλεχος του CEPS, ειδικευμένη στις σχέσεις ΕΕ-Κίνας, αμφισβητεί το δόγμα Ντράγκι. Θεωρεί ότι ο ρυθμιστικός ρόλος της ΕΕ, το λεγόμενο «φαινόμενο των Βρυξελλών» (Τhe Brussels Effect) παραμένει «ένα από τα πιο ισχυρά και επιδραστικά εργαλεία στο οπλοστάσιό της».


Το «Φαινόμενο των Βρυξελλών» ή «Πώς η ΕΕ κυβερνά τον κόσμο» (πηγή: Αmazon)
Τι είναι το φαινόμενο των Βρυξελλών
Το «Φαινόμενο των Βρυξελλών» είναι μια σχετικά νέα θεωρία, που διατυπώθηκε πρώτη φορά στο ομώνυμο βιβλίο της νομικού Ανού Μπράντφορντ , για το «πώς η Ευρωπαϊκή Ένωση (εξακολουθεί) να κυβερνά τον κόσμο».
Το επιχείρημα είναι ότι οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί, ιδίως στη ρύθμιση των εταιρικών προτύπων, λειτουργούν ντε φάκτο ως παγκόσμια «στάνταρ», με τα οποία συμμορφώνονται σταδιακά και επιχειρήσεις εκτός ΕΕ. Η λογική πίσω από αυτό είναι ότι οι ρυθμιστικές αρχές της ΕΕ πρέπει να ανεβάζουν τον πήχη, με υψηλά πρότυπα ποιότητας, βιωσιμότητας, προστασίας του καταναλωτή κ.λπ., λειτουργώντας ως διεθνές παράδειγμα προς μίμηση.
Πρόκειται για το αντίβαρο στην «κινεζοποίηση» της οικονομίας ή στον αμερικάνικο εμπορικό προστατευτισμό, που θυσιάζουν την προστασία του περιβάλλοντος ή άλλα ποιοτικά στάνταρ, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας.


Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναβαθμίσει τον ρυθμιστικό της ρόλο επιμένει το CEPS
Ρυθμιστική σύγκλιση – η ΕΕ παραμένει στο παιχνίδι
Όπως σημειώνει το άρθρο-παρέμβαση του CEPS, το καλοκαίρι του 2025 ξεκίνησε με τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Κίνας στην οποία δεν παράχθηκαν αξιόλογα αποτελέσματα. Συνεχίστηκε με μια άνιση εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ (άλλοι θα την έλεγαν ταπεινωτική) και κορυφώθηκε με τη σύνοδο κορυφής της Αλάσκας, η οποία απέκλεισε την Ευρώπη.
Ακόμη και αν η ΕΕ δεν έχει τη βιομηχανική υπεροπλία, η μακροχρόνια δέσμευσή της σε ρυθμιστικά πλαίσια αποτελεί τεράστιο πλεονέκτημα
Κι ενώ η Ευρώπη συνθηκολόγησε με τις ΗΠΑ, αποδεχόμενη δασμούς 15%, η Κίνα κατάφερε εν τω μεταξύ να αναβάλει επιτυχώς τους δασμούς των ΗΠΑ και να ενορχηστρώσει μια πιθανή χαλάρωση του πολέμου των τσιπ.
Όπως κατέδειξαν οι παραπάνω εξελίξεις, η Ευρώπη δεν είναι καθόλου κοντά σε μια επανεκβιομηχάνιση αρκετά γρήγορη ώστε να αποτελέσει σημαντικό ανταγωνιστή σε κρίσιμους τομείς. Παράλληλα ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας θέτει την ΕΕ σε δύσκολη θέση.
Ωστόσο, ακόμη και αν η ΕΕ δεν έχει τη βιομηχανική υπεροπλία, η μακροχρόνια δέσμευση σε ρυθμιστικά πλαίσια αποτελεί τεράστιο πλεονέκτημα. Σε αντίθεση με την Κίνα, η Ευρωπαϊκη Ένωση– έχει μακρόχρονη εμπειρία στη συνεργασία με παγκόσμιους θεσμούς διακυβέρνησης και στη χρήση εργαλείων όπως η δημιουργία συνασπισμών και η διάδοση κανόνων.
Πού πέτυχε και πού απέτυχε το «Φαινόμενο των Βρυξελλών»
Το «φαινόμενο των Βρυξελλών» βρίσκει εφαρμογή στη συμμόρφωση της Κίνας με ευρωπαϊκά ρυθμιστικά πλαίσια όπως ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (GDPR) και Ευρωπαϊκός Κανονισμός για την Αποψίλωση των Δασών (EU Deforestation Regulation).
Oι αναλυτές παραδέχονται ότι δεν πιάνει πάντα το παιχνίδι του «ρυθμιστή». Ευρωπαϊκοί κανονισμοί, όπως ο Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (Carbon Border Adjustment Μechanism – CBAM), που επιβάλλει δασμούς σε προϊόντα εντάσεως άνθρακα που εισάγονται στην ΕΕ (χάλυβα, τσιμέντο, ενέργεια) έχουν επικριθεί ως επαχθείς ακόμα και από εμπορικούς εταίρους της ΕΕ.
Επίσης η Κίνα δεν μένει άπραγη, αλλά αναβαθμίζει τον ρόλο της στον καθορισμό διεθνών προτύπων, με πρωτοβουλίες όπως η στρατηγική China Standards 2035. Θεωρείται δε ότι κυριαρχεί στις διαδικασίες καθορισμού προτύπων σε διεθνείς οργανισμούς σε πολλούς αναδυόμενους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των τηλεπικοινωνιών και του Διαδικτύου των Πραγμάτων (IoT).
Το κλειδί για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ
Η σύνοδος κορυφής ΕΕ-Κίνας και η συμφωνία για τους δασμούς ΕΕ-ΗΠΑ μας δείχνουν ότι η ΕΕ σκοπεύει να συνεχίσει να ισορροπεί μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων. Αλλά η αποφυγή των κρίσεων δεν αποτελεί βιώσιμη στρατηγική. Η ΕΕ πρέπει να αποφασίσει ποιο ρόλο θα επιδιώξει να διαδραματίσει στην αντιπαράθεση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ για τις κρίσιμες αγορές τεχνολογίας.
Η αναλύτρια του CEPS παραδέχεται ότι είναι αδύνατον για την Ευρωπαϊκή Ένωση να πετύχει πλήρη βιομηχανική αυτονομία. Μπορεί όμως να διαμορφώνει κανόνες και πρότυπα στις αναδυόμενες τεχνολογίες. Απόδειξη είναι ότι συχνά οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί για τις νέες τεχνολογίες, υιοθετούνται (ακόμα) από διεθνείς οργανισμούς, χώρες-εταίρους αλλά και ανταγωνίστριες χώρες όπως η Κίνα. Η λέξη κλειδί είναι το «ακόμα». Το ότι εξακολουθεί να περνάει προς το παρόν η «ρυθμιστική» μπογιά της ΕΕ, δεν σημαίνει ότι θα συνεχίσει να το κάνει και στο μέλλον.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως ρυθμιστής
«Για να παραμείνει ανταγωνιστική και ανεξάρτητη από τις δύο υπερδυνάμεις, την Κίνα και τις ΗΠΑ, η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει να αξιοποιεί τα πλεονεκτήματά της και να μην διστάζει να παίξει τα πιο ισχυρά της χαρτιά», υποστηρίζει η ανάλυση του CEPS.
Καλεί την ΕΕ να εκμεταλλευθεί «την εμπειρογνωμοσύνη της και τη θεσμική της ικανότητα να επηρεάζει τα κανονιστικά πρότυπα για τις νέες αναδυόμενες κρίσιμες τεχνολογίες».
Η αξιοποίηση αυτού του πλεονεκτήματος και η ενσωμάτωσή του στην προσέγγιση των σχέσεών της με την Κίνα και τις ΗΠΑ θα συμβάλει στη διασφάλιση των εφοδιαστικών αλυσίδων σε τομείς όπου η ΕΕ δεν είναι αρκετά ανταγωνιστική, αρκετά γρήγορη ή αρκετά οικονομικά αποδοτική για να ανοικοδομήσει τη βιομηχανική της βάση.
Το «φαινόμενο των Βρυξελλών» εξακολουθεί να είναι μια δύναμη που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Θα ήταν ανόητο εκ μέρους της ΕΕ να το αγνοήσει, καταλήγει η αναλύτρια.
Πηγή in.gr