Μπορεί να επιστρέψει η παραγωγή παππουτσιών στις ΗΠΑ;
Η οικογενειακή εταιρεία υποδημάτων Keen εγκαινιάζει αυτόν τον μήνα ένα νέο εργοστάσιο στο Κεντάκι των ΗΠΑ, λίγο έξω από το Λούισβιλ, σε μια κίνηση που εντάσσεται στο οικονομικό όραμα «Πρώτα η Αμερική» της κυβέρνησης Τραμπ.
Το νέο εργοστάσιο της Keen παρουσιάζεται ως σύμβολο ελπίδας για τη βιομηχανική αναγέννηση που υπόσχεται εδώ και χρόνια η αμερικανική πολιτική ηγεσία. Ωστόσο, η πραγματικότητα αποδεικνύεται πολύ πιο σύνθετη, σημειώνει το BBC. Με μόλις 24 εργαζόμενους, η μονάδα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στον αυτοματισμό, αξιοποιώντας εξελιγμένα ρομπότ που συγκολλούν σόλες και κόβουν υλικά.
Η βιομηχανία δεν αποτελεί πλέον τον εντάσεως εργασίας και σημαντικό για την απασχόληση κλάδο του παρελθόντος, αλλά έχει μετατραπεί σε μια εντάσεως κεφαλαίου, υψηλής τεχνολογίας δραστηριότητα. «Το κόστος εργασίας στις ΗΠΑ είναι πολύ υψηλό», εξηγεί ο Χάρι Περουμάλ, διευθύνων σύμβουλος της Keen. Σε σύγκριση με τα εργοστάσια της Ασίας, το κόστος προσωπικού στην Αμερική είναι περίπου 10 έως 12 φορές μεγαλύτερο.
Αυτή η πραγματικότητα οδήγησε την Keen να αναζητήσει λύσεις ήδη από το 2010, όταν το αυξανόμενο κόστος στην Κίνα ώθησε την εταιρεία να στραφεί στην εγχώρια παραγωγή. Η απόφαση αυτή προσφέρει σήμερα κάποια προστασία από τους δασμούς της κυβέρνησης Τραμπ, αλλά δεν αποτελεί μια πλήρη νίκη.
Αυτοματισμός
Η παραγωγή υποδημάτων, όπως και πολλές άλλες βιομηχανίες, παραμένει στενά συνδεδεμένη με τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Η συντριπτική πλειονότητα της παραγωγής εξακολουθεί να γίνεται χειρωνακτικά στην Ασία, με δισεκατομμύρια ζευγάρια να εισάγονται κάθε χρόνο στις ΗΠΑ.
Για να καταστεί βιώσιμη η εγχώρια παραγωγή, η Keen επένδυσε σημαντικά στον αυτοματισμό, επιτρέποντας στο εργοστάσιο του Κεντάκι να λειτουργεί με ένα κλάσμα του εργατικού δυναμικού που απαιτείται στο εξωτερικό. «Παράγουμε προϊόντα εδώ στις ΗΠΑ με πολύ οικονομικό και αποδοτικό τρόπο», τονίζει ο Περουμάλ. «Και ο τρόπος που το πετυχαίνουμε αυτό είναι με εκτεταμένο αυτοματισμό, που ξεκινά από τον σχεδιασμό των προϊόντων και τα υλικά που χρησιμοποιούμε».
Οι προκλήσεις της επαναπατρισμένης βιομηχανίας δεν περιορίζονται στην Keen. Μεγάλες εταιρείες όπως οι Nike, Adidas και Under Armour επιχείρησαν επίσης να αναπτύξουν νέες τεχνολογίες παραγωγής στις ΗΠΑ πριν από περίπου μια δεκαετία, προσπάθειες που τελικά δεν στέφθηκαν με επιτυχία. Ακόμη και η Keen συναρμολογεί μόνο το 9% των παπουτσιών της στην Αμερική. Η παραγωγή υποδημάτων με νέες μεθόδους και σε μεγάλη κλίμακα αποδεικνύεται μια σύνθετη και δαπανηρή διαδικασία.
Το offshoring
Η ιστορία της αμερικανικής βιομηχανίας χαρακτηρίζεται από εντυπωσιακή άνοδο και σταδιακή παρακμή. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα αμερικανικά εργοστάσια παρήγαγαν παπούτσια, αυτοκίνητα και οικιακές συσκευές, απασχολώντας εκατομμύρια εργαζόμενους και συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας ισχυρής μεσαίας τάξης.
Ωστόσο, με την επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης στα τέλη του 20ού αιώνα, πολλές βιομηχανίες μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό, αναζητώντας φθηνότερη εργασία και χαλαρότερους κανονισμούς. Αυτή η μετατόπιση αποδυνάμωσε τη βιομηχανική καρδιά της Αμερικής, συμβάλλοντας σε πολιτικές και οικονομικές εντάσεις που παραμένουν αισθητές μέχρι σήμερα.
Η παραγωγή υποδημάτων έχει γίνει σύμβολο αυτών των αλλαγών. Περίπου το 99% των παπουτσιών που πωλούνται στις ΗΠΑ εισάγονται, κυρίως από την Κίνα, το Βιετνάμ και την Ινδονησία. Η εγχώρια αλυσίδα εφοδιασμού υποδημάτων είναι σχεδόν ανύπαρκτη, καθώς μόνο περίπου το 1% των παπουτσιών που διατίθενται στην αγορά παράγεται στην Αμερική.
Ο Πέπερ Χάργουαρντ, διευθύνων σύμβουλος της Oka Brands, μιας από τις ελάχιστες εταιρείες που εξακολουθούν να παράγουν παπούτσια στις ΗΠΑ, γνωρίζει καλά αυτή την πρόκληση. Το εργοστάσιό του στο Μπάφορντ της Τζόρτζια κατασκευάζει παπούτσια για μάρκες όπως οι New Balance και Ryka. Ωστόσο, η εξεύρεση προσιτών εξαρτημάτων και υλικών στις ΗΠΑ παραμένει διαρκής αγώνας. «Δεν υπάρχει ένα αυτοδύναμο οικοσύστημα», εξηγεί ο Χάργουαρντ. «Πρέπει να το χτίσεις μόνος σου. Αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο, καθώς οι προμηθευτές μπαίνουν και βγαίνουν από την αγορά».
Για να προμηθευτεί αφρό και PVC για τις σόλες, η Oka Brands προσπάθησε να αξιοποιήσει το δίκτυο προμηθευτών της αυτοκινητοβιομηχανίας, μια ασυνήθιστη αλλά αναγκαία λύση.
Για εταιρείες όπως η Keen και η Oka Brands, η παραγωγή παπουτσιών στην Αμερική απαιτεί υπομονή, επενδύσεις και καινοτομία. Το ερώτημα είναι αν αυτές και άλλες εταιρείες μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή υπό το καθεστώς των προστατευτικών πολιτικών που ισχύουν σήμερα.
Δασμοί
Ο Χάργουαρντ αναφέρει ότι υπάρχει σαφώς μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την τοπική παραγωγή λόγω των δασμών, ενώ οι διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού που προκάλεσε η πανδημία ενίσχυσαν επίσης το ενδιαφέρον για την επαναπατρισμένη παραγωγή. Παραμένει, ωστόσο, επιφυλακτικός ως προς το αν οι δασμοί από μόνοι τους θα οδηγήσουν σε μαζική επιστροφή της παραγωγής. «Θα χρειαζόταν πιθανώς δέκα χρόνια με αρκετά υψηλούς δασμούς για να δοθούν πραγματικά κίνητρα στους ανθρώπους να το επιχειρήσουν», εκτιμά ο Χάργουαρντ. Ακόμη και τότε, θεωρεί ότι η βιομηχανία θα μπορούσε ρεαλιστικά να δει μόνο περίπου το 6% της παραγωγής να επιστρέφει σε αμερικανικό έδαφος.
Όσον αφορά την Keen, τα σχέδια που ξεκίνησαν πριν από περισσότερο από μια δεκαετία έρχονται τώρα στο προσκήνιο. Πρόκειται για το είδος της υπομονετικής επένδυσης που μόνο μια οικογενειακή επιχείρηση μπορεί να αντέξει οικονομικά. «Είμαστε μια ιδιωτική εταιρεία με αξίες», εξηγεί ο Περουμάλ. «Μπορούμε να παίρνουμε τέτοιου είδους αποφάσεις χωρίς να ανησυχούμε για τα τριμηνιαία αποτελέσματα».
Παρόλα αυτά, ακόμη και για εταιρείες που ήδη κατασκευάζουν παπούτσια στην Αμερική, η πραγματικότητα της σύγχρονης βιομηχανίας είναι ότι είναι δύσκολο να αντιστραφούν δεκαετίες παγκοσμιοποίησης. Το νέο εργοστάσιο της Keen δεν αποτελεί επιστροφή στο παρελθόν, αλλά μάλλον μια ματιά στο πώς θα μπορούσε να διαμορφωθεί το μέλλον της αμερικανικής βιομηχανίας, όπου η τεχνολογία και η παράδοση συνυπάρχουν.
Πηγή: ΟΤ
Πηγή in.gr