Συντάξεις: Τα σενάρια για «ξεπάγωμα» των επικουρικών
Παγιδευμένοι στη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος που μπήκε από το 2016 και αποκλείει τις αυξήσεις των επικουρικών συντάξεων, αν δεν φανούν πλεονάσματα, βρίσκονται 1,3 εκατ. συνταξιούχοι.
Οι πιθανότητες, ωστόσο, να «ξεπαγώσουν» οι επικουρικές συντάξεις είναι ορατές, καθώς τα οικονομικά του επικουρικού κλάδου του ΕΦΚΑ (ΕΤΕΑΕΠ) παρουσιάζονται βελτιωμένα, με εκτιμώμενο πλεόνασμα στα 98,9 εκατ. ευρώ για το 2025.
Η απόφαση για το αν θα υπάρξουν αυξήσεις θα ληφθεί από το υπουργείο Εργασίας, αφού πρώτα πιστοποιηθεί ότι το πλεόνασμα δεν θα γίνει έλλειμμα μετά τις αυξήσεις.
Με την ίδια διαδικασία, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας έκρινε ότι για το 2025 οι επικουρικές συντάξεις θα παραμείνουν στον «πάγο», τη στιγμή που, όπως δείχνουν τα στοιχεία που αποκαλύπτει ο «Ε.Τ.» της Κυριακής, ο μέσος όρος των επικουρικών συντάξεων σε μικτά ποσά ακολουθεί πτωτική πορεία τα τελευταία χρόνια, καθώς οι νέες επικουρικές που απονέμονται κάθε χρόνο είναι χαμηλότερες.
Στην πραγματικότητα, οι επικουρικές συντάξεις μετά τον πληθωρισμό έχουν μείωση, σε αντίθεση με τις κύριες συντάξεις που έχουν αυξηθεί σωρευτικά κατά 13,15% τα τελευταία χρόνια (αύξηση 7,75% το 2023, 3% το 2024 και 2,4% το 2025).
Ωστόσο, στον προϋπολογισμό του ΕΦΚΑ καταγράφεται πλεόνασμα, το οποίο μετά την πρόσφατη τροποποίησή του (4η κατά σειρά από την αρχή του έτους) εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 708,9 εκατ. ευρώ για το 2025.
Πλεόνασμα θα εμφανίσει και ο κλάδος επικουρικής ασφάλισης κατά 98,9 εκατ. ευρώ, με τα έσοδα να διαμορφώνονται στα 4,43 δισ. ευρώ και τα έξοδα στα 4,32 δισ. ευρώ για το 2025.
Το «κλειδί» για να ξεπαγώσουν οι αυξήσεις για 1,3 εκατ. συνταξιούχους που εκτός από κύρια παίρνουν και επικουρική σύνταξη είναι να εξακριβωθεί το πλεόνασμα στον ισολογισμό του ΕΦΚΑ που δημοσιεύεται το επόμενο έτος. Αν δηλαδή το 2026 πιστοποιηθεί το πλεόνασμα του 2025, τότε είναι πολύ πιθανό να ανασταλεί για πρώτη φορά η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος και να αυξηθούν οι επικουρικές συντάξεις.
Η πιστοποίηση του πλεονάσματος περνάει από «ψιλό κόσκινο», καθώς το θετικό αποτέλεσμα δεν θα πρέπει να είναι μόνον ταμειακό αλλά και αναλογιστικό, για να μη διαταραχθεί η βιωσιμότητα των επικουρικών συντάξεων μακροπρόθεσμα. Η πιστοποίηση της βιωσιμότητας γίνεται από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή, η οποία δεν άναψε «πράσινο φως» τα δύο τελευταία χρόνια (2023 και 2024) για να «ξεπαγώσουν» οι αυξήσεις στις επικουρικές συντάξεις, παρότι σε ταμειακή βάση το ΕΤΕΑΕΠ είχε εμφανίσει μικρό πλεόνασμα (περίπου 35 εκατ. ευρώ το 2024).
Τα δεδομένα που ισχύουν πλέον στην επικουρική ασφάλιση είναι τέτοια που η αύξηση των συντάξεων ισοφαρίζεται μελλοντικά από τη μείωση των ποσών που θα λαμβάνουν οι νέοι συνταξιούχοι, λόγω του υπολογισμού των επικουρικών συντάξεων με το σύστημα της νοητής κεφαλαιοποίησης για όσους αποχωρούν από το 2015 και μετά.
Με το νέο σύστημα που προβλέφθηκε στον Ν. 4387/2016 (Νόμος Κατρούγκαλου), οι επικουρικές συντάξεις για τους ασφαλισμένους που συνταξιοδοτούνται από 1/1/2025 βγαίνουν χαμηλότερες από αυτές που έπαιρναν οι ασφαλισμένοι έως το 2014 με τα ίδια χρόνια καταβολής εισφορών.
Η εξέλιξη αυτή σημαίνει εξοικονόμηση πόρων που συμβάλλουν στη συγκράτηση των δαπανών για νέες συντάξεις και την επίτευξη πλεονασμάτων.
Το «πάγωμα» των αυξήσεων, άλλωστε, είναι αυτό που έχει καθηλώσει τη μέση επικουρική σύνταξη λόγω γήρατος στα 198 ευρώ.
Στα 198,68€ η μέση επικουρική γήρατος και στα 120€ λόγω θανάτου
Τα στοιχεία που εξασφάλισε και αποκαλύπτει σήμερα ο «Ε.Τ.» της Κυριακής για τις επικουρικές συντάξεις δείχνουν ότι ο μέσος όρος στα μικτά ποσά βαίνει μειούμενος τα τελευταία χρόνια, καθώς προστίθενται οι νέες επικουρικές συντάξεις που υπολογίζονται με τον νόμο Κατρούγκαλου με χαμηλότερα ποσά σε σχέση με τις επικουρικές των παλαιών συνταξιούχων (πριν από τον νόμο Κατρούγκαλου).
Σύμφωνα με τον πίνακα με τα καταβαλλόμενα ποσά επικουρικών συντάξεων που αποκαλύπτει ο «Ε.Τ.» της Κυριακής:
Η μέση επικουρική σύνταξη λόγω γήρατος ήταν 292,02 ευρώ μικτά το 2020 και το 2025 μειώθηκε στα 278,75 ευρώ (μείωση κατά 4,5%). Στα καθαρά μετά τον φόρο το ποσό είναι σχεδόν αμετάβλητο και η μέση επικουρική σύνταξη που παίρνουν «στο χέρι» οι συνταξιούχοι διαμορφώνεται στα 198,68 ευρώ για το 2025, από 194,29 ευρώ που έπαιρναν το 2020.
Η μέση επικουρική σύνταξη λόγω αναπηρίας από 180,76 ευρώ μικτά που ήταν το 2020 μειώθηκε στα 164,50 ευρώ το 2025 (μείωση κατά 8,9%). Στα καθαρά μετά τον φόρο η μέση αναπηρική επικουρική σύνταξη που παίρνουν οι συνταξιούχοι διαμορφώνεται στα 129,93 ευρώ για το 2025, από 139,25 ευρώ που έπαιρναν το 2020.
Η μέση επικουρική σύνταξη εκ μεταβίβασης λόγω θανάτου ήταν 144,96 ευρώ μικτά το 2020 και αυξήθηκε οριακά στα 149,24 ευρώ το 2025. Στα καθαρά μετά τον φόρο η μέση επικουρική σύνταξη λόγω θανάτου που παίρνουν «στο χέρι» οι συνταξιούχοι διαμορφώνεται στα 120,02 ευρώ για το 2025, από 116,18 ευρώ που έπαιρναν το 2020. Ο λόγος που οι επικουρικές λόγω θανάτου έχουν αυξητική τάση είναι επειδή οι περισσότερες επικουρικές που μεταβιβάζονται είναι από παλαιούς συνταξιούχους, πριν από τον Νόμο Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016) που έπαιρναν υψηλότερα ποσά, σε σχέση με όσους αποχώρησαν για σύνταξη μετά τον Μάιο του 2016 που εφαρμόζεται ο Ν. 4387/2016.
Ο διπλός υπολογισμός και ο ρόλος της ηλικίας εξόδου
Στις επικουρικές συντάξεις που εκδίδονται μετά το 2015 εφαρμόζονται δύο υπολογισμοί: ένας για τα χρόνια ασφάλισης έως το 2014 και ένας για τα χρόνια ασφάλισης από το 2015 και μετά. Για τα έτη έως το 2014 η επικουρική υπολογίζεται με συντελεστή 0,45% ανά έτος και πολλαπλασιάζεται με τον συντάξιμο μισθό που είχαν οι ασφαλισμένοι από το 2002 έως το 2014, ενώ από το 2015 και μετά το ποσό των εισφορών πολλαπλασιάζεται με συντελεστές (ράντες) απομείωσης της σύνταξης όσο χαμηλότερο είναι το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης των ασφαλισμένων. Ετσι, μπορεί ένας ασφαλισμένος με υψηλό μισθό να έχει καταβάλει μεγάλες εισφορές μετά το 2015, αλλά, αν αποχωρήσει στα 60 αντί 67, θα έχει «πέναλτι» στο ποσό της σύνταξης. Το νέο σύστημα υπολογισμού των επικουρικών συντάξεων ευνοεί όσους έχουν πολλά χρόνια ασφάλισης έως το 2014, καθώς και όσους κατέβαλαν για το διάστημα ασφάλισής τους έως το 2014 εισφορές επικουρικής ασφάλισης (εργαζομένου και εργοδότη) υψηλότερες του 6%, καθώς θα λάβουν προσαύξηση σύνταξης.



