Η ακρίβεια «φτήνηνε» τα χρέη των νοικοκυριών; Μια παράδοξη προσέγγιση - antilalospress.gr
Μοίρες
+19°C

Η ακρίβεια «φτήνηνε» τα χρέη των νοικοκυριών; Μια παράδοξη προσέγγιση

21 Οκτωβρίου 2024 -

Μπορεί η ακρίβεια να μας κάνει πλουσιότερους; Έρευνα του Centre for Economic Policy Research (CEPR), για το ρόλο των ενυπόθηκων δανείων σε έξι χώρες της  ευρωζώνης  -ανάμεσά τους και στην Ελλάδα- υποστηρίζει ότι το υψηλό κόστος ζωής, και η επακόλουθη άνοδος των επιτοκίων, μπορεί να έχουν και… θετικές παρενέργειες για κάποια νοικοκυριά.

Συγκεκριμένα, οι οικονομολόγοι του Kέντρου Ερευνών Οικονομικής Πολιτικής, πανευρωπαϊκού οργανισμού με έδρα το Λονδίνο, εξετάζουν τον αντίκτυπο της κρίσης τους κόστους ζωής – μια έκφανση της οποίας είναι και η ακρίβεια – στη Γαλλία, την Ιταλία, την Ελλάδα, Γερμανία, Πορτογαλία και Ισπανία. Ειδικότερα, εξετάζουν τις συνέπειες που έχουν η κρίση και η ακρίβεια στον πλούτο των νοικοκυριών, ανάλογα με τις δημογραφικές και εισοδηματικές ομάδες στις οποίες ανήκουν.

Απρόσμενα οφέλη

Όπως υποστηρίζουν, τα ευρήματα της μελέτης τους δείχνουν ότι οι κάτοχοι ενυπόθηκων δανείων που βρίσκονται σε εργάσιμη ηλικία,  παρουσίασαν αύξηση του πλούτου παρά τις υψηλότερες πληρωμές τόκων, λόγω της μείωσης της πραγματικής αξίας του ενυπόθηκου χρέους τους.

Πρόκειται για πραγματικότητα ή για αλχημεία; Για κάποιον που δεν είναι οικονομολόγος, ο αυθόρμητος συνειρμός είναι η μείωση του ελληνικού (αλλά και του  ευρωπαϊκού) χρέους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, λόγω του υψηλού πληθωρισμού, ιδίως κατά τα δύο προηγούμενα έτη (2021-22, 2022-23)

Μείωση χρέους λόγω πληθωρισμού

Το ΔΝΤ σε έρευνα για τις συνέπειες του υψηλού πληθωρισμού των ετών 2021-2022 σε μια σειρά από χώρες, κατέληξε  ο μη αναμενόμενος  (απρόσμενος) πληθωρισμός σε χώρες με δημόσιο χρέος άνω του 50% μειώνει την πραγματική αξία του δημόσιου χρέους, εις βάρος των κατόχων κρατικών ομολόγων. Για παράδειγμα, για κάθε ποσοστιαία μονάδα απρόβλεπτης αύξησης του πληθωρισμού, το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ μειώνεται κατά 0,6%.

Κατ’αναλογία θα έλεγε κανείς ότι ο πληθωρισμός μειώνει την πραγματική αξία των ενυπόθηκων δανείων, άρα με έναν τρόπο βελτιώνει την περιουσιακή κατάσταση των χρεωμένων νοικοκυριών: Χρωστάνε λιγότερα (σε πραγματικούς όχι ονομαστικούς όρους), αρά η περιουσία τους αυξάνεται.

Πιο ευάλωτοι στην ακρίβεια οι συνταξιούχοι

Οι συγγραφείς δείχνουν ότι τα σχετικά κέρδη που κατέγραψαν οι κάτοχοι ενυπόθηκων δανείων αποτελούν βασικό παράγοντα για την εξήγηση των διαφορών στις επιπτώσεις της κρίσης μεταξύ των δημογραφικών ομάδων.

Η κρίση του κόστους ζωής αποτελεί μείζονα ανησυχία για τα νοικοκυριά σε όλο τον κόσμο, καθώς το πληθωριστικό σοκ έχει διαβρώσει την αγοραστική δύναμη του εισοδήματος και του πλούτου τους, θέτοντας σε αμφισβήτηση την ικανότητά τους να πληρώνουν για αγαθά και υπηρεσίες.

Είναι πλέον ευρέως τεκμηριωμένο ότι η κρίση αυτή επηρέασε τα νοικοκυριά με ετερογενή τρόπο, καθώς οι διαφοροποιήσεις στα καταναλωτικά πρότυπα, τις πηγές εισοδήματος και τη σύνθεση του πλούτου οδηγούν σε διαφορετικές επιπτώσεις από τον πληθωρισμό.

Πρόσφατες μελέτες καταλήγουν γενικά στο συμπέρασμα ότι τα νοικοκυριά συνταξιοδοτικής ηλικίας έχουν πληγεί ιδιαίτερα, καθώς είδαν την πραγματική αξία του συσσωρευμένου πλούτου τους να μειώνεται.

Νοικοκυριά με στεγαστικά δάνεια

Παράλληλα, εκφράστηκαν ανησυχίες για τις αρνητικές επιπτώσεις της αύξησης των επιτοκίων στα νοικοκυριά με μεγάλα υπόλοιπα ενυπόθηκων δανείων (τα οποία είναι συνήθως σε ηλικία εργασίας), ιδίως σε χώρες που χαρακτηρίζονται από υψηλό ποσοστό ενυπόθηκων δανείων με ρυθμιζόμενο επιτόκιο.

Ωστόσο, συμπληρώνουν οι ερευνητές, δεν έχουν γίνει επαρκείς μελέτες για τον τρόπο με τον οποίο οι αυξήσεις των επιτοκίων επηρέασαν τα νοικοκυριά, ούτε έλαβαν υπόψη την κατάσταση των ενυπόθηκων δανείων των νοικοκυριών κατά την αξιολόγηση των επιπτώσεων της κρίσης του κόστους ζωής.

To φαινόμενο Fisher

To CEPR ερευνά τον αντίκτυπο του πληθωρισμού στα καθαρά ονομαστικά περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών, βάση του λεγόμενου φαινομένου Fisher.

Το φαινόμενο Fisher, που έχει πάρει το όνομά του από τον Αμερικανό οκονομολόγο του 20ού αιώνα Ίρβινγκ Φίσερ αφορά τη σχέση των πραγματικών και ονομαστικών επιτοκίων, ανάλογα με τον πληθωρισμό.

Επίσης οι ερευνητές εξετάζουν τις μεταβολές στην αγοραστική δύναμη των ονομαστικών εισοδημάτων και των συντάξεων, την επίδραση των δημοσιονομικών μέτρων και τις συνέπειες της αύξησης των επιτοκίων.

Το μοντέλο του CEPR κατηγοριοποιεί  τα νοικοκυριά σε 20 ομάδες, με βάση τη θέση τους στην κατανομή του εισοδήματος και την ηλικία του επικεφαλής του νοικοκυριού (νεότερος ή μεγαλύτερος από 65 ετών).

Ελάφρυνση των συνεπειών της κρίσης

Τα ευρήματα ενισχύουν την άποψη ότι τα νοικοκυριά σε συνταξιοδοτική ηλικία έχουν πληγεί περισσότερο από την ακρίβεια και την κρίση του κόστους ζωής. Ωστόσο, όταν συνυπολογίσουμε τις αντιδράσεις της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, παρατηρούμε ότι τα νοικοκυριά σε ηλικία συνταξιοδότησης, κατά μέσο όρο, αντιμετώπισαν πιο ήπιες επιπτώσεις από ό,τι προβλεπόταν.

Αυτό οφείλεται στις θετικές επιδράσεις των δημοσιονομικών μεταβιβάσεων και στα οφέλη των υψηλότερων επιτοκίων για αυτή τη δημογραφική ομάδα.

Παρά τις παρεμβάσεις αυτές, πολλά νοικοκυριά εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές απώλειες, κυρίως λόγω της μειωμένης πραγματικής αξίας των ονομαστικών περιουσιακών στοιχείων τους και της μειωμένης αγοραστικής δύναμης των ονομαστικών εισοδημάτων τους από εργασία και συντάξεις.

Τα νοικοκυριά με εργαζόμενα μέλη

Σύμφωνα με τους ερευνητές,  υπάρχει μια σημαντική απόκλιση στις επιπτώσεις της κρίσης όταν συγκρίνουμε τους κατόχους ενυπόθηκων δανείων με εκείνους που δεν έχουν ενυπόθηκο δάνειο: οι κάτοχοι ενυπόθηκων δανείων γνώρισαν σημαντική αύξηση του πλούτου τους, ως αποτέλεσμα της κρίσης, σημειώνουν. Αν και η αύξηση των επιτοκίων αύξησε κατά μέσο όρο τις πληρωμές των ενυπόθηκων δανείων τους, η μείωση της πραγματικής αξίας του ανεξόφλητου ενυπόθηκου χρέους τους λόγω του πληθωρισμού – μέσω αυτού που αναφέρουμε ως φαινόμενο Fisher – ήταν ακόμη πιο σημαντική.

Δεύτερον, τα άτομα σε εργάσιμη ηλικία που δεν έχουν υποθήκη αντιμετώπισαν απώλειες συγκρίσιμες με εκείνες των νοικοκυριών σε ηλικία συνταξιοδότησης.

Αυτό υποδηλώνει ότι τα σχετικά κέρδη που είχαν οι κάτοχοι ενυπόθηκων δανείων είναι βασικός παράγοντας για την εξήγηση της ανισότητας μεταξύ των επιπτώσεων στις ομάδες που βρίσκονται σε εργάσιμη ηλικία και σε νοικοκυριά που είναι

Οι αστερίσκοι στην ανάλυση του CEPR

«Τα στοιχεία που παρουσιάσαμε δείχνουν ότι οι κάτοχοι ενυπόθηκων δανείων βρέθηκαν σε σχετικά καλύτερη θέση σε σύγκριση με άλλες ομάδες πληθυσμού μετά την πρόσφατη κρίση του κόστους ζωής», καταλήγουν οι οικονομολόγοι.

Ωστόσο, είναι ζωτικής σημασίας να ληφθούν υπόψη οι ακόλουθες επιφυλάξεις, προσθέτουν:

Πρώτον, η ανάλυσή μας βασίζεται στην υπόθεση ότι τα επιτόκια, παράλληλα με τον πληθωρισμό, θα επιστρέψουν γρήγορα στα προ του σοκ επίπεδα. Σε περίπτωση που η εξομάλυνση των επιτοκίων πάρει περισσότερο χρόνο από τον αναμενόμενο – που ενδεχομένως θα συμβεί αν ο πληθωρισμός παραμείνει ελαφρώς αλλά επίμονα πάνω από τον στόχο – οι κάτοχοι ενυπόθηκων δανείων με ρυθμιζόμενο επιτόκιο ενδέχεται να επηρεαστούν περισσότερο από ο,τι αναμένεται στην παούσα . Παρατεταμένες περίοδοι υψηλότερων πληρωμών τόκων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε καθαρές απώλειες για τα νοικοκυριά αυτά στο μέλλον.

Δεύτερον, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ανάλυσή, ενώ αξιολογεί τον αντίκτυπο της κρίσης στον πλούτο των νοικοκυριών, ενδέχεται να παραβλέπει άλλους παράγοντες που επηρεάζουν την ευημερία. Αν και η αύξηση του πραγματικού πλούτου λόγω του πληθωρισμού μπορεί να υποδηλώνει μακροπρόθεσμα οφέλη για τους κατόχους ενυπόθηκων δανείων, αυτό μπορεί να κρύβει βραχυπρόθεσμες προκλήσεις.

Έλλειψη ρευστότητας

Συγκεκριμένα, ορισμένα νοικοκυριά θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πίεση στα ρευστά διαθέσιμά τους, ιδίως εάν έχουν υποθήκες με ρυθμιζόμενο επιτόκιο και αυξανόμενες πληρωμές τόκων. Η επίδραση αυτή θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο έντονη για τους νέους ιδιοκτήτες κατοικιών, των οποίων ο πλούτος είναι σε μεγάλο βαθμό δεσμευμένος σε μη ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, όπως τα σπίτια τους. Μια μείωση των πραγματικών ταμειακών ροών (μέσω, για παράδειγμα, μιας μείωσης της πραγματικής αξίας του εισοδήματός τους από την εργασία) μπορεί να εμποδίσει την ικανότητα αυτών των νοικοκυριών να διατηρήσουν σταθερή κατανάλωση, οδηγώντας ενδεχομένως σε σημαντικές απώλειες ευημερίας.

Τέλος, αναγνωρίζουν οι επιστήμονες, τα αποτελέσματα της έρευνας επικεντρώνονται αποκλειστικά στον άμεσο αντίκτυπο της κρίσης, με την τρέχουσα κατάσταση των υποθηκών των ατόμων να θεωρείται σταθερή. «Κατά συνέπεια, δεν λαμβάνουμε υπόψη τις επιπτώσεις στους υποψήφιους αγοραστές κατοικιών, οι οποίοι ενδέχεται να αντιμετωπίσουν υψηλότερα επιτόκια για τα νέα τους στεγαστικά δάνεια – είτε σταθερού είτε κυμαινόμενου επιτοκίου – σε σύγκριση με αυτά που αναμενόταν πριν από την κρίση. Η στατική μας προσέγγιση δεν αποτυπώνει τις δυναμικές αλλαγές που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αγορά κατοικίας και τις οικονομικές αποφάσεις των μελλοντικών ιδιοκτητών κατοικιών».

Πηγή in.gr