Ρωσία – Φυσικό αέριο: Πιο εξαρτημένη από ποτέ η Ελλάδα – Δείτε γραφήματα - antilalospress.gr
Μοίρες
+19°C

Ρωσία – Φυσικό αέριο: Πιο εξαρτημένη από ποτέ η Ελλάδα – Δείτε γραφήματα

10 Αυγούστου 2024 -

Περισσότερο από ποτέ εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο μέσω αγωγού εμφανίζεται η Ελλάδα τον Ιούλιο 2024, με ιστορικό υψηλό μηνιαίων εισαγωγών (3.69 TWh), αναφέρει έκθεση του Green Tank.

Η κατανάλωση αερίου τους πρώτους επτά μήνες του 2024 (37.03 TWh) αυξήθηκε κατά 27.6%, συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Στην τελευταία θέση της ΕΕ-27 η Ελλάδα κατά το πρώτο τρίμηνο της περιόδου εθελοντικής μείωσης της κατανάλωσης αερίου, με αύξηση (αντί για μείωση) της χρήσης αερίου κατά 17.3%.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ, τον Ιούλιο 2024 η συνολική εγχώρια κατανάλωση αερίου ξεπέρασε τις 6 TWh (6.24 TWh).

Ήταν η δεύτερη υψηλότερη της εξαετίας (2019-2024) για τον μήνα Ιούλιο, μετά το 2021 (6.69 TWh). Αθροιστικά, για τους πρώτους επτά μήνες του 2024 η κατανάλωση αερίου ήταν 37.03 ΤWh, αυξημένη σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας κατά 2.17 TWh (+6.2%). Μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε σε σχέση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2023 (+8 TWh ή +27.6%).

Η μεγαλύτερη αύξηση σε απόλυτες τιμές σε σχέση με τον περσινό Ιούλιο προήλθε από τον ηλεκτρισμό (+0.8 TWh ή +18.5%). Ακολούθησε η βιομηχανία με μικρότερη αύξηση (+0.1 ΤWh ή +19.7%). H χρήση αερίου στα δίκτυα αυξήθηκε επίσης κατά 0.06 ΤWh (+11.6%), έπειτα από 5 συνεχόμενους μήνες που παρατηρούνταν μείωση σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα.

Οι εισαγωγές το 2024

Οι εισαγωγές ρωσικού αερίου μέσω αγωγού (3.69 ΤWh) σημείωσαν ιστορικό υψηλό τον Ιούλιο του 2024 και ήταν σχεδόν διπλάσιες σε σχέση με τον Ιούλιο του 2023. Ως αποτέλεσμα, το μηνιαίο μερίδιο των εισαγωγών από τον Turkstream έφτασε σχεδόν το 60% (59%).

Από την άλλη, η μηνιαία ροή υγροποιημένου ορυκτού αερίου (LNG) από την πύλη της Αγίας Τριάδας υποδιπλασιάστηκε τον Ιούνιο 2024 (1.21 ΤWh) σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023 (2.51 ΤWh). Μάλιστα, μειώθηκε συγκριτικά και με τον προηγούμενο μήνα (Ιούνιος 2024), με αποτέλεσμα να πέσει στην τρίτη θέση με μερίδιο 19.3% στις συνολικές μηνιαίες εισαγωγές.

Εκτός από την πύλη της Αγίας Τριάδας, από τις τελευταίες μέρες του Φεβρουαρίου διεξάγονται εισαγωγές υγροποιημένου ορυκτού αερίου από τον νέο σταθμό FSRU της Αλεξανδρούπολης, ο οποίος δεν έχει τεθεί ακόμα σε εμπορική λειτουργία. Από την πύλη αυτή, με βάση όσα δεδομένα έχουν δημοσιευτεί μέχρι στιγμής, έχουν εισαχθεί 0.28 ΤWh.

Στη δεύτερη θέση τον Ιούλιο βρέθηκε το αζέρικο αέριο από τον ΤΑΡ μέσω Νέας Μεσημβρίας με μερίδιο 21.7% (1.36 ΤWh), καταγράφοντας αύξηση +129.6% σε σχέση με τον Ιούλιο 2023. Οι εισαγωγές από την τέταρτη πύλη εισόδου στους Κήπους από την Τουρκία ήταν μηδενικές για έβδομο συνεχόμενο μήνα, δηλαδή από την αρχή του έτους.

Αθροιστικά, για τους πρώτους επτά μήνες του 2024 οι συνολικές εισαγωγές από τις πύλες εισόδου της χώρας ήταν 37.03 TWh, αυξημένες κατά 15.8% σε σχέση με το επτάμηνο του 2023.

Οι εισαγωγές μέσω της πύλης του Σιδηροκάστρου αποτελούν πλέον σταθερά την πρώτη πηγή τροφοδοσίας στη χώρα, με 19.15 TWh και μερίδιο πάνω από 50% (51.7%). Το αντίστοιχο μερίδιο το επτάμηνο του 2023 ήταν μόλις 14.2%.


Στη δεύτερη θέση με 10.41 TWh και μερίδιο 28.1% βρίσκονται οι εισαγωγές LNG μέσω της πύλης της Αγίας Τριάδας, σημειώνοντας ωστόσο μεγάλη μείωση (-50.9%) σε σχέση με το επτάμηνο του 2023. Στην τρίτη θέση με 7.18 TWh και μερίδιο 19.4% διατηρήθηκαν οι εισαγωγές αζέρικου αερίου από τον ΤΑΡ, αυξημένες σε σχέση με το επτάμηνο του 2023 κατά 43.1%. Τέλος, μηδενικές ήταν οι εξαγωγές αερίου μέσω της πύλης του Σιδηροκάστρου για 11ο συνεχόμενο μήνα (από τον Σεπτέμβριο του 2023).

Εισαγωγές ρωσικού αερίου στην Ελλάδα

Όσον αφορά το ορυκτό αέριο που προέρχεται από τη Ρωσία, υπάρχουν δύο πύλες εισόδου. Η μία είναι από το Σιδηρόκαστρο μέσω του αγωγού Turkstream και η δεύτερη είναι, σε μορφή υγροποιημένου ορυκτού αερίου (LNG), από την πύλη της Αγίας Τριάδας.

H ενεργειακή κρίση, η οποία επιδεινώθηκε από τον πόλεμο, είχε ως αποτέλεσμα την αισθητή μείωση των εισαγωγών ρωσικού αερίου από τον Turkstream ήδη από τον Απρίλιο του 2022. Αυτό αποτυπώθηκε και στη μείωση του ρωσικού αερίου από τον αγωγό κατά 86.2% την περίοδο του υποχρεωτικού στόχου μείωσης (Αύγουστος 2022 Μάρτιος 2023) σε σχέση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους.

Για πρώτη φορά ρωσικό αέριο με τη μορφή LNG εισήχθη στη χώρα τον Οκτώβριο του 2022, λίγους μήνες δηλαδή μετά την έναρξη του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μέχρι και τα μισά του 2023, πρώτη πηγή εισαγωγών στη χώρα ήταν το LNG (εξαιρουμένου του ρωσικού LNG) από την πύλη της Αγίας Τριάδας.

Ο Ιούνιος του 2023 ήταν ο πρώτος μήνας που το ρωσικό αέριο (από αγωγό και LNG) έγινε η πρώτη πηγή εισαγωγών με μερίδιο 46%, ενώ δεύτερη ήταν το LNG από όλες τις υπόλοιπες χώρες πλην της Ρωσίας (μερίδιο 37%). Μάλιστα, αυτή η τάση συνεχίστηκε για όλους τους υπόλοιπους μήνες του 2023 μέχρι και τον Μάιο 2024.

Το επτάμηνο του 2024, το ρωσικό αέριο ξεπέρασε το 55% των συνολικών εισαγωγών αερίου στη χώρα, με μερίδιο τουλάχιστον 56.9%. Το υψηλό αυτό μερίδιο οφείλεται κυρίως στις εισαγωγές ρωσικού αερίου μέσω αγωγού, καθώς οι εισαγωγές ρωσικού LNG ήταν μειωμένες τους πρώτους δύο μήνες του 2024 και μηδενικές για τους υπόλοιπους μήνες (Μάρτιο – Ιούνιο).

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι κατά την περίοδο Ιουνίου 2023 – Ιουλίου  2024 οι συνολικές εισαγωγές ρωσικού αερίου ήταν τουλάχιστον 40.52 TWh, δηλαδή 75.3% περισσότερες από την αντίστοιχη περίοδο πριν και κατά την έναρξη του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία (23.1 TWh μεταξύ Ιουνίου 2021 και Ιουλίου 2022).

Παρατηρείται, λοιπόν, πως οι εισαγωγές ρωσικού αερίου, όχι απλά αυξήθηκαν, αλλά ξεπέρασαν και τα επίπεδα της ενεργειακής κρίσης. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε αρχικά η αύξηση των εισαγωγών ρωσικού LNG, αλλά κυρίως οι εισαγωγές ρωσικού αερίου μέσω του Turkstream (πύλη Σιδηροκάστρου). Το ρωσικό αέριο από αγωγό παρουσιάζει σημαντική αύξηση ειδικά τους τελευταίους επτά μήνες, καταλαμβάνοντας παράλληλα την πρωτιά σε μερίδιο ως προς τις συνολικές εισαγωγές.

Ο εθελοντικός ευρωπαϊκός στόχος του -15%

Τον Μάρτιο του 2024, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέθεσε σύσταση ως προς τα κράτη-μέλη για τη συνέχιση της προσπάθειας μείωσης της κατανάλωσης αερίου κατά 15% για την περίοδο Απρίλιος 2024 ― Μάρτιος 2025, σε σύγκριση με την περίοδο αναφοράς από την 1η Απριλίου 2017 έως την 31η Μαρτίου 2022. Η σύσταση αυτή αποτελεί συνέχεια του Κανονισμού του Αυγούστου του 2022 για υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης αερίου κατά 15% το οκτάμηνο Αυγούστου 2022 – Μαρτίου 2023 συγκριτικά με μια περίοδο αναφοράς, καθώς και της απόφασης τον Μάρτιο του 2023 για εθελοντική μείωση της κατανάλωσης το διάστημα Απριλίου 2023 – Μαρτίου 2024.

Εξετάζοντας λοιπόν την επίδοση της Ελλάδας, προκύπτει ότι για το πρώτο τετράμηνο της νέας περιόδου, δηλαδή Απρίλιο-Ιούλιο 2024, η χώρα όχι απλώς δεν μείωσε την κατανάλωση αερίου σε σχέση με την περίοδο αναφοράς, αλλά αντ’ αυτού την αύξησε. Συγκεκριμένα, η κατανάλωση (20.82 ΤWh) ήταν κατά 6.01 ΤWh μεγαλύτερη από τον στόχο (14.8 ΤWh), ενώ υπερβαίνει τον μέσο όρο της περιόδου αναφοράς (17.41 ΤWh) κατά 3.41 ΤWh.

Σύγκριση με την ΕΕ-27 για τον εθελοντικό ευρωπαϊκό στόχο του -15%

Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα της Eurostat για τη μηνιαία κατανάλωση αερίου στα κράτη μέλη της ΕΕ-27 (Μάιος 2024), για το πρώτο τρίμηνο της νέας περιόδου εθελοντικής μείωσης (Απρίλιος-Ιούνιος 2024), η Ελλάδα αύξησε την κατανάλωσή της κατά 17.3% σε σχέση με την περίοδο αναφοράς. Η επίδοση αυτή την κατατάσσει στην τελευταία θέση σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ και την καθιστά μία εκ των δύο μόνο χωρών που αύξησαν την κατανάλωση αερίου. Η άλλη χώρα είναι η Σλοβενία (+5.6%). Η ΕΕ-27 βρέθηκε στην 15η θέση (-18.9%) της κατάταξης, πετυχαίνοντας τον εθελοντικό στόχο μείωσης της κατανάλωσης αερίου (-15%).

Πρόκειται για μια ανησυχητική επιδείνωση της εθνικής επίδοσης σε σχέση με την αντίστοιχη ως προς τον υποχρεωτικό στόχο που είχε επιβάλει η ΕΕ κατά την κορύφωση της ενεργειακής κρίσης για τη μείωση της κατανάλωσης ορυκτού αερίου κατά τουλάχιστον 15% την οκτάμηνη περίοδο Αύγουστος 2022 Μάρτιος 2023 σε σχέση με τον μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας. Τότε η Ελλάδα, επιτυγχάνοντας μείωση 21.9%, είχε βρεθεί στη 10η θέση ξεπερνώντας τόσο τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (16η θέση) όσο και χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστρία ή η Ιταλία.

Πηγή: ΟΤ

Πηγή in.gr